Αποτελούν τα όπλα μαζικής καταστροφής απειλή για την εσωτερική ασφάλεια της Ελλάδας και της ΕΕ;

Ο ευρύτερος γεωπολιτικός χώρος της ΕΕ και της Μεσογείου θεωρείται ένας εκ των σπουδαιότερων της υφηλίου και ως εκ τούτου είναι αναμενόμενο να παρατηρούνται σε αυτόν μεταξύ των άλλων και έκνομες εκφάνσεις των δραστηριοτήτων του ανθρώπου οι οποίες και συνιστούν τους δυνητικούς κινδύνους για την ασφάλεια τόσο της Ελλάδας όσο και της ΕΕ.
Σε στρατηγικό επίπεδο τα κύρια κείμενα που αναφέρονται στον προσδιορισμό και την καταγραφή των απειλών που αντιμετωπίζει η ΕΕ είναι τα ακόλουθα: η ευρωπαϊκή στρατηγική ασφαλείας (ΕΣΑ) του 2003, η έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της ΕΣΑ του 2008, η στρατηγική εσωτερικής ασφάλειας για την ΕΕ του 2010 και το 2014 η στρατηγική της ΕΕ για την ασφάλεια στη Θάλασσα. Σύμφωνα με τα ανωτέρω κείμενα ως κυριότερες απειλές για την ΕΕ εκτιμούνται οι εξής: η τρομοκρατία, η εξάπλωση των όπλων μαζικής καταστροφής (Ο.Μ.Κ) σύμφωνα με τις Η.Π.Α, ή οι χημικές, βιολογικές,  ραδιολογικές, πυρηνικές και εκρηκτικές {Χ.Β.Ρ.Π.(Ε)} απειλές σύμφωνα με ΕΕ, ΟΗΕ & ΝΑΤΟ, οι περιφερειακές συγκρούσεις, η αποσάθρωση του κράτους, το οργανωμένο έγκλημα, το διασυνοριακό έγκλημα, η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, η ενεργειακή ασφάλεια, η αλλαγή του κλίματος, οι φυσικές καταστροφές, η λαθρομετανάστευση και η παράνομη διακίνηση μεταναστών, το λαθρεμπόριο, η εμπορεία ανθρώπων και η πειρατεία. Ειδικότερα για την τρομοκρατία και τη διάδοση των Ο.Μ.Κ. ή των Χ.Β.Ρ.Π.(Ε) απειλών έχουν εξειδικευτεί οι στρατηγικές με την ευρωπαϊκή στρατηγική κατά της τρομοκρατίας το 2005 και την ευρωπαϊκή στρατηγική για την καταπολέμηση της διασποράς των Ο.Μ.Κ. το 2006, αντίστοιχα.

Η επανεμφάνιση την τελευταία τριετία και των τεσσάρων κατηγοριών Ο.Μ.Κ. γεννάει ερωτηματικά αν πρόκειται για τυχαίο γεγονός.
Είναι φανερό ότι παλέτα των απειλών είναι ιδιαίτερα μεγάλη, σύνθετη και αυτές είναι «πιο ποικιλόμορφες, λιγότερο ευδιάκριτες και λιγότερο προβλέψιμες» σύμφωνα με την ΕΣΑ.
Στo παρόν άρθρο θα αναλυθούν τα όπλα μαζικής καταστροφής (Ο.Μ.Κ) ή {Χ.Β.Ρ.Π.(Ε)} απειλές που έχουν επανέλθει στο προσκήνιο, εκ νέου, σε διεθνές επίπεδο μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001. Ως όπλο μαζικής καταστροφής ορίζεται κάθε όπλο ή μηχανισμός που έχει σχεδιαστεί ή προορίζεται να προκαλέσει θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων μέσω απελευθέρωσης, διάδοσης, επίδρασης: α)Χημικών ουσιών, β)Βιολογικών παραγόντων, γ) Ραδιενεργών υλικών (απελευθέρωση ακτινοβολίας ή ραδιενέργειας σε επίπεδα επικίνδυνα για την ανθρώπινη ζωή) και δ) Μεγάλων ποσοτήτων εκρηκτικών υλών (όπως βόμβες, κροτίδες, χειροβομβίδες, πύραυλοι, ρουκέτες, νάρκες, ή με οποιοδήποτε άλλο όρο ήθελε αυτά ονομασθούν).
Να θυμηθούμε ότι τον Ιανουάριο που μας πέρασε παγκόσμια ανησυχία προκάλεσε η ανακοίνωση, με κάθε επισημότητα από το καθεστώς της Βόρειας Κορέας ότι πραγματοποίησε την 6/1/2016 με επιτυχία την πρώτη της δοκιμή βόμβας υδρογόνου. Για να γίνει άμεσα αντιληπτό το εύρος της απειλής μέσω απλών αριθμητικών μεγεθών θα συγκρίνουμε τις επιπτώσεις από τη χρήση τριών άλλων όπλων μαζικής καταστροφής με αυτές της βόμβας υδρογόνου.
Συγκεκριμένα θα δούμε σε πόσα τετραγωνικά χιλιόμετρα(Km2) επιδρά κάθε παράγοντας και πόσοι είναι οι πιθανοί θάνατοι ανά πυκνότητα πληθυσμού σε δύο ρεαλιστικές περιπτώσεις: α) με 3.000 και β) με 10.000 πολίτες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Η Χημική Πολεμική Ουσία επιδρά σε 0,22 Km2 και οι πιθανοί θάνατοι είναι για την περίπτωση α) 60 και την β) 200.  Ο Βιολογικός παράγοντας επιδρά σε 10,00 Km2 και οι προβλεπόμενοι θάνατοι είναι για την περίπτωση α) 30.000 και την β) 100.000. Η πυρηνική βόμβα επιδρά σε 7,80 Km2 και οι προβλεπόμενοι θάνατοι είναι για την περίπτωση α) 23.000 και την β) 80.000. Τέλος η βόμβα υδρογόνου επιδρά σε 190,00 Km2 και οι προβλεπόμενοι θάνατοι είναι για την περίπτωση α) 570.000 και την β) 1.900.000.
Ακόμη να θυμηθούμε ότι το 2013 στις 15 Απριλίου είχαμε τη βομβιστική επίθεση στη Βοστώνη με εικόνες που σόκαραν τον πλανήτη. Ακολούθως στις 18 Απριλίου δημοσιοποιήθηκε η είδηση ότι ένας φάκελος με παραλήπτη τον αμερικανό Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα περιείχε τον βιολογικό παράγοντα ρικέτσια (rickettsiae, παράγοντες  που είναι πολύ μεγαλύτεροι από τους ιούς, δρουν με παρόμοιο τρόπο και είναι άκρως τοξικοί), και στις 28 Απριλίου είχαμε σύλληψη ατόμου που εκτιμάται ότι είναι ο αποστολέας του φακέλου στον Λευκό Οίκο. Την ίδια χρονική περίοδο αναπτυσσόταν από τη διεθνή κοινότητα ένας ατέρμονος διάλογος για το αν στη Συρία έγινε χρήση χημικών όπλων από τις εμπλεκόμενες πλευρές στη μεταξύ τους σύρραξη.
Η επανεμφάνιση την τελευταία τριετία και των τεσσάρων (χημικών, βιολογικών, εκρηκτικών και πυρηνικών) κατηγοριών Ο.Μ.Κ. ή των Χ.Β.Ρ.Π.(Ε) απειλών γεννάει αρκετά ερωτηματικά αν πρόκειται για τυχαίο γεγονός ή αποτελεί ένα πολύ καλά σχεδιασμένο πρόγραμμα, όπως οι λάτρεις των σεναρίων συνωμοσίας πιστεύουν και έχουν αρχίσει να ψάχνουν θεωρίες πίσω από τα περιστατικά αυτά. Ακολούθως θα εξετάσουμε συνοπτικά την κάθε μια από τις κατηγορίες αυτές.
Χημικές απειλές
Σύμφωνα με αδιαβάθμητες πληροφορίες υπηρεσιών πληροφοριών διαφόρων κρατών καταδεικνύεται ένας σημαντικός αριθμός κρατών τα οποία έχουν αναπτύξει χημικό οπλοστάσιο. Χώρες που εκτιμάται ότι έχουν αναπτύξει επιθετικό χημικό οπλοστάσιο είναι η Κίνα, η Ινδία, το Ιράν, το Ιράκ, η Λιβύη, η Βόρεια Κορέα, το Πακιστάν, η Ρωσία, η Συρία και το Σουδάν. Συνολικά εκτιμάται ότι 25 κράτη διατηρούν προγράμματα κατασκευής χημικών ή/και βιολογικών όπλων. Επίσης υπάρχουν πληροφορίες ότι τρομοκρατικές ομάδες είτε κατέχουν ήδη, είτε βρίσκονται κοντά στην απόκτηση χημικών όπλων.
Τα χημικά όπλα μπορούν να κατασκευαστούν με μεγάλη ευκολία, και ως εκ τούτου προκύπτει ζήτημα «χημικής τρομοκρατίας».
Αρχικά η δυνατότητα απόκτησης χημικών όπλων ενώ είναι διαδικασία που μπορεί να εκτελεστεί από κράτη φαίνεται ότι ήταν ένα πολύ δύσκολο επίτευγμα για μία τρομοκρατική ομάδα. Ως αποτέλεσμα αυτού η απόκτηση τεχνογνωσίας ήταν μία πρόκληση. Σήμερα όμως, τα χημικά όπλα σε αντίθεση με τα πυρηνικά μπορούν να κατασκευαστούν με μεγάλη ευκολία, ακόμη και με υλικά που κυκλοφορούν ελεύθερα στο εμπόριο και ως εκ τούτου προκύπτει το ζήτημα της λεγόμενης «χημικής τρομοκρατίας». Τα υλικά παραγωγής, όπως και η τεχνολογία παραγωγής είναι απλούστερη της πυρηνικής τεχνολογίας οπότε μπορούν και να χρησιμοποιηθούν από τρομοκρατικές ομάδες.
Πολλά από τα χημικά υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί σε πολέμους, ειδικά αυτά της πρώτης γενιάς παραγωγής τους, βασίζονται σε μια τεχνολογία που χρονολογεί ήδη ογδόντα χρόνια. Πολύ απλά και γρήγορα, τα χημικά όπλα μπορούν να κατασκευαστούν και να χρησιμοποιηθούν από όποιον επιθυμεί να τα κατασκευάσει. Ένα δείγμα ως προς την ευκολία κατασκευής, και της ακόμη μεγαλύτερης ευκολίας χρήσης έδωσε ο Ιάπωνας θρησκευτικός ηγέτης Σόκο Ασαχάρα, το Μάρτιο του 1995, με τη χρήση της χημικής ουσίας Σαρίν (Sarin) στον υπόγειο σιδηρόδρομο του Τόκιο. Η χρήση του Σαρίν είχε σαν αποτέλεσμα το θάνατο δεκάδων ατόμων και την πρόκληση προβλημάτων, όπως ασφυξία, εμετούς, παραλυσία και δυσφορία σε εκατοντάδες άτομα που βρίσκονταν εκείνη την ώρα στον υπόγειο σιδηρόδρομο. Το γεγονός αυτό απέδειξε το μέγεθος του κίνδυνου από μια άκρως απλή ως προς τη χρήση μορφή, αλλά και άκρως επικίνδυνη στα χέρια των ομάδων της χημικής τρομοκρατίας. Κατά αναλογία κάτι αντίστοιχο δύναται να συμβεί από ηγέτες τρομοκρατικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη όπως είναι ενδεικτικά η περίπτωση του ISIS.
Με τις παρούσες συνθήκες η αντιμετώπιση της απειλής των χημικών όπλων όσο αφορά στη προστασία κατοικημένων περιοχών φαίνεται ότι βρίσκεται στα αρχικά στάδια της κατανόησης του προβλήματος, του συντονισμού και της εκπαίδευσης. Η αδυναμία εξοπλισμού και εκπαίδευσης του συνόλου των πολιτών ουσιαστικά αφαιρεί την δυνατότητα ατομικής προστασίας, αφήνοντας ως βασικά πεδία ενέργειας την πρόληψη και αποτροπή χρήσης των χημικών ουσιών και την θεραπεία.
Βιολογική Απειλή
Βιολογικός πόλεμος ορίζεται ως η χρήση παθογόνων ουσιών ή τοξινών για στρατιωτικούς σκοπούς. Είναι σαφώς περισσότερο επικίνδυνος από το χημικό πόλεμο, έχει ανεξέλεγκτη δράση, μπορεί να προσβάλλει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, δεν αναγνωρίζει σύνορα, ούτε αναγνωρίζει τον ακριβή στόχο για τον οποίο χρησιμοποιείται. Τα σύγχρονα βιολογικά όπλα προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα και αποτελούν το ιδανικό σχεδόν όπλο τρομοκρατικών ομάδων αποδίδοντας τα μέγιστα τόσο στον ψυχολογικό τομέα όσο και στο καταστροφικό θανατηφόρο αποτέλεσμα.
Τα σύγχρονα βιολογικά όπλα αποτελούν το ιδανικό σχεδόν όπλο τρομοκρατικών ομάδων.
Υπάρχει πληθώρα ιών, βακτηριδίων και τοξινών που επιφέρουν διαφορετικά αποτελέσματα και προσφέρουν τη δυνατότητα επιλογής πολλών διαφορετικών μεθόδων επίθεσης. Κατοχή όπλων βιολογικού πολέμου σε γενικές γραμμές κατέχουν τα κράτη που διατηρούν και χημικά όπλα ως έχουν αναφερθεί παραπάνω. Σχεδόν όλα τα μέσα που απαιτούνται για την κατασκευή ενός βιολογικού όπλου υπάρχουν και κυκλοφορούν ελεύθερα στο εμπόριο για ιατρική ή επιστημονική γενικά χρήση και η παραγωγή τους μπορεί να γίνει είτε σε μικροβιολογικό εργαστήριο, είτε σε ένα νοσοκομείο. Ακόμη η εξέλιξη της βιοτεχνολογίας έχει βοηθήσει την ανάπτυξη των βιολογικών όπλων.
Το μεγάλο εύρος και η πολυπλοκότητα των βιολογικών παραγόντων, οι διαφορές παραγωγής, οι μεταλλάξεις και ο τρόπος διάδοσης κάνουν πολύ δύσκολη την αντιμετώπιση της απειλής. Ακόμα σε αντίθεση με τα περισσότερα χημικά και πυρηνικά όπλα, τα βιολογικά όπλα είναι σε γενικές γραμμές μικρά σε μέγεθος και εύκολα στη μεταφορά τους. Επίσης ένας παράγοντας που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την αντιμετώπιση της απειλής είναι η καθυστέρηση που εμφανίζεται πολλές φορές στην εμφάνιση των συμπτωμάτων και η διάδοση που θα έχει λάβει ο παράγοντας μέχρι την έναρξη λήψης μέτρων.
Τα όπλα αυτά ασφαλώς και δύναται να χρησιμοποιηθούν και από τρομοκρατικές οργανώσεις. Η «βιολογική τρομοκρατία» δεν είναι επίσημα γνωστό αν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ, παρά την κατά καιρούς ανάμιξη της σε ασθένειες που είχαν και έχουν ύποπτο τρόπο γένεσης, όπως είναι το Aids και ο Embola. Στο γνωστό κατάλογο ασθενειών που εύκολα μπορούν να δημιουργηθούν σε εργαστήρια, ανήκει η χολέρα και η πανούκλα μαζί με μια σειρά άλλων ασθενειών που εύκολα προσβάλλουν και μεταδίδονται, δύσκολα όμως θεραπεύονται.
Η βιολογική τρομοκρατία είναι η πλέον ύπουλη και ανεξέλεγκτη μορφή βίας. Ταυτόχρονα είναι η πιο εύκολη μορφή όσον αφορά στην παραγωγή και διάδοση της. Η χρήση βιολογικών παραγόντων διαθέτει ένα συγκριτικό «πλεονέκτημα» σε σχέση με την χρήση ραδιενεργών υλικών και χημικών ουσιών. Λόγω της έλλειψης μηχανισμών ανίχνευσης ή αναγνώρισης της προέλευσης των συμπτωμάτων και των αιτιών των «ασθενειών, όπως και της καθυστέρησης εμφάνισης των συμπτωμάτων, περιορίζεται η δυνατότητα αναγνώρισης του χρόνου και τόπου επίθεσης των παραγόντων. Ακόμη δε περισσότερο, μια επίθεση βιολογικού πολέμου μπορεί εύκολα να αποδοθεί σε φυσική έξαρση του φαινομένου, δίνοντας την ευκαιρία στην επιτιθέμενη χώρα ή του φορέα να αρνηθεί την επιθετική δράση. Ο κίνδυνος να εκτεθούν φιλικές δυνάμεις ή αθώος πληθυσμός σε βιολογικό πόλεμο είναι δυνατό να συμβεί ακόμη και με απλές κλιματολογικές αλλαγές.
Πυρηνική - Ραδιολογική Απειλή
Η διασπορά των πυρηνικών όπλων και της πυρηνικής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας είναι ένα από τα κεντρικά προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η Δύση μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου. Αντίθετα προς αισιόδοξες προβλέψεις στις αρχές της δεκαετίας του '90 για τη μείωση του ρόλου της πυρηνικής ισχύος στη νέα εποχή, η κατάρρευση του διπολισμού δεν τερμάτισε τη διασπορά των πυρηνικών, αλλά απλώς άλλαξε τους όρους λειτουργίας της.
Τα πυρηνικά όπλα αποκτούν μια κρίσιμη νέα λειτουργία: γίνονται εργαλεία ισχύος για τους αδύναμους του διεθνούς συστήματος.
Στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου οι ΗΠΑ και ΕΣΣΔ ανέπτυξαν μια σχέση έντονου ανταγωνισμού για την απόκτηση πυρηνικών όπλων υψηλής τεχνολογίας προκειμένου να διατηρήσουν με μικρές αυξομειώσεις ισοδυναμία των οπλοστασίων τους. Ειδικά για τις ΗΠΑ η πυρηνική ισχύς είχε σκοπό να αντισταθμίσει την κατωτερότητα της χώρας έναντι της Σοβιετικής Ένωσης σε συμβατικές δυνάμεις. Μετά το 1989 οι όροι του παιχνιδιού αντιστράφηκαν. Οι ΗΠΑ διαθέτουν πανίσχυρες συμβατικές δυνάμεις, ενώ η πυρηνική ενέργεια θεωρείται από πολλές νέες περιφερειακές δυνάμεις η θεραπεία για τη δική τους κατωτερότητα σε συμβατικό οπλοστάσιο, που ούτως ή άλλως απαιτεί μακροπρόθεσμες και δαπανηρές προσπάθειες για να αποκτηθεί και είναι αμφίβολο αν θα κατόρθωνε ποτέ να απειλήσει το αμερικανικό στράτευμα.
Ως αποτέλεσμα, η Δύση προσπαθεί να αποκόψει το δρόμο σε χώρες ή και οργανώσεις που επιθυμούν να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα και γενικότερα όπλα μαζικής καταστροφής. Τα πυρηνικά όπλα αποκτούν σε αυτό το πλαίσιο μια κρίσιμη νέα λειτουργία. Γίνονται εργαλεία ισχύος για τους αδύναμους του διεθνούς συστήματος, είτε αυτοί χρειάζονται να ενισχυθούν στρατιωτικά για να επιλύσουν προβλήματα ασφαλείας και άμυνας, είτε για να προωθήσουν τα συμφέροντα τους και να αποκτήσουν πολιτικό εκτόπισμα ικανό να επιβάλει τους πολιτικούς και στρατηγικούς τους στόχους. Και στις δύο περιπτώσεις για τη Δύση γεννάται αυτόματα ο συσχετισμός μεταξύ διασποράς όπλων μαζικής καταστροφής και μιας από τις πλέον επικίνδυνες παρενέργειες της κατάρρευσης του διπολικού κόσμου, της διεθνούς τρομοκρατίας, πρωτίστως δε, της πυρηνικής της εκδοχής.
Μετά την κατάρρευση της πρώην ΕΣΣΔ, η δημιουργία μικρών ανεξάρτητων κρατών με πυρηνική υποδομή και περιορισμένη δυνατότητα ασφάλειας, συντήρησης και αξιοποίησης τέτοιου είδους υλικού, σε συνδυασμό και με την κακή οικονομική κατάστασή τους, αύξησε την πιθανότητα διακίνησης των πυρηνικών υλικών, και εξειδικευμένου επιστημονικού προσωπικού προς άγνωστες κατευθύνσεις.
Εκτός από την κατασκευή πυρηνικών όπλων απειλή αποτελεί και η χρήση «Όπλων Ραδιενεργούς Διασποράς», τα οποία είναι σχεδιασμένα να διασκορπίζουν ραδιενεργό υλικό, δίχως να προηγηθεί πυρηνική έκρηξη, προξενώντας βλάβες από "α", "β" και ''γ'' σωματιδιακή ακτινοβολία, καθώς και από εκλυόμενα νετρόνια αντίστοιχα. Το ραδιενεργό υλικό αυτών των όπλων μπορεί να προέρχεται από καύσιμα πυρηνικών αντιδραστήρων ή από νοσοκομειακά και πανεπιστημιακά εργαστήρια.
Οι χώρες που επίσημα διαθέτουν σήμερα πυρηνικά όπλα είναι: οι ΗΠΑ, η Ρωσία, ορισμένες από τις χώρες που αποτελούσαν την πρώην Σοβιετική Ένωση, όπως η Λευκορωσία, το Καζακστάν και η Ουκρανία και επίσης η Αγγλία, η Γαλλία και η Κίνα. Πυρηνικές δυνατότητες διαθέτουν επίσης η Νότια Αφρική, η Αργεντινή, η Βραζιλία, το Ισραήλ, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ιράκ, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα, ενώ σταδιακά εισέρχεται στην ομάδα αυτή και η Τουρκία.
Οι αναφορές σχετικά με την παράνομη διακίνηση πυρηνικών υλικών, αν και είχαν δείξει μια δραματική αύξηση περιστατικών στις αρχές τις δεκαετίας του 1990, παρουσιάζουν έκτοτε πτωτική τάση. Τα περισσότερα δε περιστατικά έχουν να κάνουν με ραδιενεργά ισότοπα, φυσικό ή χαμηλών εντάσεων Ουράνιο και όχι με άμεσο υλικό που χρησιμοποιείται στα πυρηνικά όπλα. Παρόλα αυτά ποσότητες από Πλουτώνιο που χρησιμοποιείται στην παραγωγή όπλων και ενισχυμένο Ουράνιο έχει ήδη κατασχεθεί στο παράνομο εμπόριο, που πολύ πιθανόν είναι να προέρχεται από Ρωσικές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Από τις μεγαλύτερες ποσότητες που έχουν κατασχεθεί ποτέ ήταν και αυτή της Τσεχίας και αφορούσε 2,7 κιλά Ουρανίου υψηλών προδιαγραφών και 360 γραμμάρια Πλουτωνίου.
Το γεγονός της διάσπαρτης πλέον κατανομής των πυρηνικών κεφαλών υπήρξε και η αιτία δημιουργίας ανησυχίας για την ασφάλεια τους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θετική θεωρείται η επί της ουσίας βοήθεια με σειρά μέτρων των ΗΠΑ, στη δημιουργία μιας υποδομής για την ασφαλή φύλαξη και συντήρηση των πυρηνικών κεφαλών αυτών των τεσσάρων χωρών.
Ένα άλλο θέμα που τίθεται τώρα είναι αυτό της λεγόμενης «πυρηνικής τρομοκρατίας» ή της χρήσης ραδιενεργών υλικών με σκοπό τον εκφοβισμό μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων, που πήρε διαστάσεις κατ' αρχήν με τις συλλήψεις ατόμων που διακινούσαν παράνομα ποσότητες ραδιενεργών υλικών. Οι συλλήψεις αυτές κατανέμονται ανάλογα με το διακινητή σε διαφορετικές κατηγορίες και εκπροσωπούν διαφορετικό κίνδυνο, με κοινό παρονομαστή και κοινό αποτέλεσμα. Ο παρονομαστής είναι πάντα ο ίδιος το κέρδος και το αποτέλεσμα πάλι πάντα το ίδιο: μία άκρως επικίνδυνη για τη διεθνή κοινότητα μορφή βίας και τρομοκρατίας.
Αντιμετώπιση χρήσης πυρηνικών όπλων εκτός από το προληπτικό κτύπημα και την απαγόρευση κατοχής πρώτων υλών και τεχνογνωσίας δεν υπάρχει όσο αφορά τη χρήση τους από τρομοκράτες, εγκληματίες ή φανατικές θρησκευτικές ομάδες. Λύση όσο αφορά τη χρήση τους από κράτη πιθανόν να αποτελεί η ανάπτυξη πυρηνικών όπλων με δυνατότητα ανταπόδοσης του κτυπήματος από τα κράτη που απειλούνται, και πιθανώς η ύπαρξη δορυφορικού συστήματος εντοπισμού και η καταστροφή των πυραύλων πριν φτάσουν στο στόχο τους. Θετικό στοιχείο όσο αφορά την αντιμετώπιση της πυρηνικής απειλής από μη κρατικές οργανώσεις και ομάδες αποτελεί το γεγονός ότι ακόμα υπάρχουν σοβαρά προβλήματα τόσο στην απόκτηση της απαραίτητης πρώτης ύλης για την κατασκευή του όπλου, όσο και στη δυνατότητα μεταφοράς του στον στόχο.
Συμπερασματικά: Τα αίτια ύπαρξης και συντήρησης του φαινομένου της διάδοσης των ΟΜΚ είναι πολιτικά, κοινωνικά και κυρίως οικονομικά.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι τα αίτια ύπαρξης και συντήρησης του φαινομένου της διάδοσης των ΟΜΚ ή των ΧΒΡΠ(Ε) απειλών, είναι πολιτικά, κοινωνικά και κυρίως οικονομικά. Στην περίπτωση αυτών εσωτερικά στο κάθε αίτιο υπάρχει άλλη ρίζα. Δηλαδή τα πολιτικά και κοινωνικά αίτια αφορούν τη δίψα για απόκτηση ισχύος, δύναμης και εξουσίας από φορείς κρατικούς ή και μη. Για τα δε οικονομικά, κριτήριο είναι η αποκόμιση οικονομικού οφέλους. Η αντιμετώπιση όμως από την άλλη παραμένει η ίδια. Πρέπει δηλαδή να γίνει συλλογικά και οργανωμένα, αν θέλουμε να έχει αποτέλεσμα, καθόσον σχεδόν όλα από τα μέτρα που προτάθηκαν προς άμβλυνση του φαινομένου δε δύνανται να ληφθούν από ένα μόνο κράτος. Απαιτείται η συλλογική ανάληψη ενεργειών, κάτι μπορεί να γίνει σε επίπεδο ενός οργανισμού όπως η ΕΕ που διαθέτει τα μέσα και τις δυνατότητες (ΚΠΑΑ). Προς αυτή δε την κατεύθυνση έχει ήδη δραστηριοποιηθεί η ΕΕ με την εκπόνηση της στρατηγικής για την καταπολέμηση της διασποράς των ΟΜΚ (European Strategy against the proliferation of WMD), η οποία εγκρίθηκε το 2003 παράλληλα με τη Στρατηγική Εσωτερικής Ασφάλειας. Εστιάζει δε στους εξής πέντε τομείς: ενίσχυση του διεθνούς συστήματος μη διασποράς, συνέχιση της εφαρμογής συμφωνιών, αυστηρή εφαρμογή αυτών, συνεργασίας με εταίρους και παροχή βοήθειας σε τρίτες χώρες.
Στη σημερινή πραγματικότητα του διεθνούς περιβάλλοντος, ως σοβαρότερη απειλή θεωρείται πρώτιστα η Χημική και η Βιολογική ενώ η Ραδιολογική αντιμετωπίζεται ως δευτερεύουσα.  Η χρήση των ΟΜΚ ή των ΧΒΡΠ(Ε) απειλών έρχεται σε πλήρη αντίθεση με ό,τι πρεσβεύει το Διεθνές Δίκαιο και, ειδικότερα, το Ανθρωπιστικό Δίκαιο.  
Παρά ταύτα η μέχρι τώρα αποτίμηση της κατάστασης στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής από το 2001 και εντεύθεν και ειδικά στις χώρες ειδικού γεωπολιτικού ενδιαφέροντος για την Ουάσιγκτον (Σαουδική Αραβία, Ιράν, Συρία και Πακιστάν) η αξιοποίηση, από τις ΗΠΑ ή άλλες ισχυρές χώρες, της πιθανής χρήσης ΟΜΚ από τρομοκράτες, εθνικούς στρατούς και αντάρτες έχει γίνει ένα εργαλείο τόσο γεωπολιτικών παιχνιδιών όσο και διαμόρφωσης κλίματος εμπιστοσύνης των πολιτών προς την κυβέρνηση στο εσωτερικό των χωρών που εμφανίζονται ότι προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τη διεθνή τρομοκρατία.
H Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση των όρων μειώσεως και ελέγχου των εξοπλισμών μέσω θεσμικών και πολυμερών οργανισμών.
H Ελλάδα δεν μπορεί μονομερώς να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την προσπάθεια των χωρών για απόκτηση Ο.Μ.Κ. αλλά μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση των όρων μειώσεως και ελέγχου των εξοπλισμών μέσω θεσμικών και πολυμερών οργανισμών. Η Ελλάδα ενώ συμφωνεί με τις ΗΠΑ και τους υπόλοιπους δρώντες για την ανάγκη περιορισμού ή και τερματισμού της προσπάθειας απόκτησης όπλων μαζικής καταστροφής διαφωνεί ριζικά με την μέθοδο. Η Ελλάδα δεν επικροτεί, ούτε συμβάλλει στην προσπάθεια αυτή με την απειλή ή χρήση βίας ή και άλλων μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος όπως οι ΗΠΑ μέχρι σήμερα.
Η Ελλάδα οφείλει να παραμείνει συνεπής τόσο στις διαχρονικές θέσεις της όσο και στην επίσημη κοινή θέση της ΕΕ για τη μη διασπορά, υποστηρίζοντας την οικουμενικοποίηση (globalisation) όλων των Συνθηκών που αφορούν τον περιορισμό ή την απαγόρευση των ΟΜΚ. Ακόμη οφείλουμε ως Χώρα να υποστηρίζουμε την ανάγκη άρσης του μακροχρονίου αδιεξόδου που παρατηρείται στις διαπραγματεύσεις για την σύναψη συνθήκης για το σχάσιμο υλικό (FMCT/Fissile Material Cut-off Treaty), ώστε να ολοκληρωθεί από πλευράς διεθνούς δικαίου η εποπτεία των πυρηνικών εξοπλισμών (παραγωγή – δοκιμές – διασπορά). Τέλος, απέναντι στον υπαρκτό κίνδυνο διασποράς πυρηνικών όπλων, η Ελλάδα οφείλει να υποστηρίζει με θέρμη τη δημιουργία «αποπυρηνικοποιημένων ζωνών» σε ευαίσθητες περιοχές του πλανήτη.

* O Πίνακας που συνοδεύει το κείμενο, είναι: Umberto Boccioni (1882 – 1916) Charge of the Lancers


Adbox

@templatesyard

δοκιμη