ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (*)

(*) Μέρος της ομιλίας μου στην ειδική εκδήλωση «Η Ανάπτυξη ως σύνθημα και ως πράξη», που διοργάνωσαν οι συνεργαζόμενοι φορείς των Επιστημόνων ΝΠΔΔ, σύμβουλοι της πολιτείας (ΓΕΩΤΕΕ, Ελληνική Οδοντιατρική Ομοσπονδία, Ένωση Ελλήνων Χημικών, Οικονομικό Επιμελητήριο, Ολομέλεια Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας, Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος, Συμβολαιογραφικός Σύλλογος Αθηνών, Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας και Φαρμακευτικός Σύλλογος Αθηνών)। Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010 και ώρα 12:00 στο ΤΕΕ


1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Για πολλές δεκαετίες, η βασική επιδίωξη των κοινωνιών ήταν η ανάπτυξη. Από την Διάσκεψη του Ρίο και έπειτα, η ιδέα της βιώσιμης ανάπτυξης αναγνωρίστηκε από όλους. Σήμερα, η βιωσιμότητα - παρά τους πολλούς σχολαστικούς ορισμούς και ερμηνείες της - ολοένα και εδραιώνεται σαν ιδέα και πράξη, όσο ολοένα και περισσότεροι πολίτες, κοινότητες, πολιτείες και διεθνείς οργανισμοί αναγνωρίζουν σ΄ αυτήν το επόμενο μεγάλο κάλεσμα της εποχής μας.
Η χρονική περίοδος που ακολούθησε το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και συγκεκριμένα η τριακονταετία 1946-1975, χαρακτηρίσθηκε σαν «η χρυσή περίοδος της οικονομικής ανάπτυξης» ή «η ένδοξη τριακονταετία».
Έγιναν τόσο σημαντικές αλλαγές των συνθηκών ζωής, ώστε δεν είναι μόνο το επίπεδο ζωής που άλλαξε, αλλά και ο τρόπος ζωής. Στα τριάντα αυτά χρόνια κτίσθηκαν, για παράδειγμα, τόσες κατοικίες όσες και κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες. Η οικονομική δραστηριότητα συνδέθηκε με σοβαρές κοινωνικές ανακατατάξεις, όπως για παράδειγμα τον διπλασιασμό των πόλεων και την αύξηση του ενεργού πληθυσμού μόνο κατά 6% .
Το μεγάλο μυστικό αυτής της συντηρητικής μορφής οικονομικής ανάπτυξης ήταν το δίπολο: αύξηση της παραγωγής - αύξηση της κατανάλωσης.
Η αύξηση της παραγωγής ήταν αναπόφευκτο να συνδυασθεί με την αύξηση της παραγωγικότητας, που προϋποθέτει εκσυγχρονισμό των τεχνικών μέσων για να είναι εφικτή η παραγωγή προϊόντων σε μικρότερο χρόνο, αλλά και εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού αντίστοιχη του τεχνολογικού εκσυγχρονισμού. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις οδήγησαν στο μετασχηματισμό της εργασιακής διαδικασίας και σε νέες τεχνικές οργάνωσης της εργασίας.
Η αύξηση της παραγωγής δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα αν δεν συνοδευόταν και από αύξηση της κατανάλωσης. Αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί παρά μόνο με την άνοδο της αγοραστικής δύναμης πλατύτερων κοινωνικών στρωμάτων, τη δημιουργία δηλαδή, μιας μαζικής κατανάλωσης και την εμφάνιση τελικά της ονομαζόμενης «κοινωνίας της κατανάλωσης».
Η αλλαγή του τρόπου ζωής ήταν πλέον γεγονός. Η καταναλωτική δυνατότητα και αφθονία που ήταν μέχρι τότε προνόμιο ολίγων, είναι πλέον εφικτή για μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η βελτίωση της οικονομικής θέσης πλατύτερων κοινωνικών στρωμάτων δημιούργησε την ανάγκη για βελτίωση και της συνολικής κοινωνικής τους θέσης, που για να επιτευχθεί απαιτούσε ένα ανώτερο επίπεδο μόρφωσης και εκπαίδευσης.
Η προαναφερόμενη αναπτυξιακή διαδικασία (αύξηση παραγωγής-κατανάλωσης) εφαρμοζόμενη σε μία μόνο χώρα, θα ήταν προφανώς οριακή. Η λύση σ' αυτό ήταν απλή: η διεθνοποίηση. Έτσι, οι κανόνες και οι προϋποθέσεις της ανάπτυξης περνούν σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ανάγκη για ανώτερη εκπαίδευση σε αντιστοιχία με την αναπτυξιακή διαδικασία, είναι πια παγκόσμια.
Το σήμερα της ελληνικής βιομηχανίας αποτυπώνεται μέσα από τη σύγκριση των δεικτών της με τους αντίστοιχους στο σύνολο των χωρών της Ε.Ε, ΗΠΑ και Ασία. Η ελληνική βιομηχανία είναι μικρό μέρος της ευρωπαϊκής και συνιστά το 0,7 % αυτής {βασική παραγωγή Α’ υλών(χημικά, αέρια), χρώματα, λιπάσματα, φάρμακα, πλαστικά, τσιμέντα, αλουμίνιο & τρόφιμα).

2. ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΑΙΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ
Τα αίτια, πρέπει, να αναζητηθούν στις γενικότερες αδυναμίες του οικονομικού, τραπεζικού και πολιτικού μας συστήματος. Το σκηνικό τα τελευταία 30 χρόνια έχει αλλάξει ριζικά, για την ελληνική βιομηχανία. Το τοπίο ξεκαθάρισε, οι κανόνες του παιχνιδιού έγιναν πιο αυστηροί αλλά διαγράφονται με σαφήνεια. Πέρασαν οι εποχές όπου η ελληνική βιομηχανία ήταν δασμοβίωτη, που είχε κλειστεί σε ένα προστατευτικό κέλυφος και έβλεπε με μελαγχολία αλλά και ζήλια τι εγένετο στις άλλες βιομηχανικές χώρες, στην «Ευρώπη». Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι η υγιής βιομηχανία και οι επιχειρηματικοί φορείς της, είδαν με ανακούφιση την εξαφάνιση των δασμών στις Α’ ύλες αλλά και τη κατακόρυφη πτώση των επιτοκίων Έχοντας απαλλαγεί από τους δασμούς της, και με φθηνό χρήμα στη διάθεσή της, η βιομηχανία μπορούσε να παράγει ανταγωνίσιμα προϊόντα με αυτά των βιομηχανιών του εξωτερικού. Αυτό ήταν απαραίτητο, διότι ταυτόχρονα με την εξαφάνιση των δασμών από τις Α’ ύλες, εξαφανίστηκαν και οι δασμοί εισαγωγής. Έτσι σε γενικές γραμμές, έπρεπε να βελτιώσει τη παραγωγικότητά της, να εκσυγχρονίσει τις εγκαταστάσεις της, να βελτιώσει τα προϊόντα της για να μπορέσει να σταθεί στο εσωτερικό, αλλά και για να κάνει το μεγάλο τόλμημα να συναγωνιστεί στην Ευρωπαϊκή αλλά και στην εγχώρια αγορά με τα αντίστοιχα προϊόντα, τα οποία συνήθως παράγονται από βιομηχανίες πολλαπλάσιας δυναμικότητας. Ο πόλεμος ήταν σκληρός, ήταν η πάλη του Δαυίδ με τον Γολιάθ, αλλά αρκετοί τον άντεξαν. Όχι όλοι. Πολλοί απεχώρησαν και έμειναν τα βιομηχανοστάσια τους άψυχα κουφάρια. Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε με θλίψη ότι η χώρα μας έχει πάρει τον κατήφορο της «αποβιομηχάνισης» ή καλύτερα της μη προσαρμογής της στις νέες συνθήκες που επιβάλλει η παγκοσμιοποιημένη αγορά. Δεν φθάνει μόνο να παράγει μία βιομηχανική μονάδα, αλλά πρέπει να πουλά φθηνότερα, εκτός αν παράγει κάτι που δε παράγουν οι άλλοι. Φωτεινή εξαίρεση αποτελεί τα τελευταία χρόνια ο χώρος των τροφίμων όπου γίνονται αξιέπαινες προσπάθειες με επιτυχία σε διεθνές επίπεδο. Ελπιδοφόρες εξαιρέσεις που μας γεμίζουν αισιοδοξία και υπερηφάνεια και που ευχόμαστε να βρουν μιμητές και σε άλλους χώρους.

3. ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Η δημιουργία βιομηχανικής κουλτούρας είναι κάτι που απαιτεί χρόνο. Εκεί που πρέπει να συνδράμει το κράτος, η πανεπιστημιακή κοινότητα και οι αρμόδιοι φορείς όπως τα επιμελητήρια, είναι στην αξιοποίηση της τεχνολογίας και της γνώσης, η οποία θα μας οδηγήσει σε βελτίωση της παραγωγικότητας και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Βασική προϋπόθεση, όμως, είναι όχι η μεγέθυνση στα υφιστάμενα μεγέθη, αλλά η δημιουργία νέων επιχειρήσεων, νέων προϊόντων, νέων υπηρεσιών, νέων επιχειρηματιών που χρειαζόμαστε για να στηρίξουμε τη βιώσιμη ανάπτυξη στη νέα εποχή. Αυτό είναι το κρίσιμο θέμα. Μπαίνουμε στην εποχή της οικονομίας της γνώσης και της κοινωνίας της γνώσης. Η γνώση και η τεχνολογία είναι τα στοιχεία που μας βοηθούν να κάνουμε τις επιχειρήσεις ανταγωνιστικότερες. Η παραγωγικότερη επιχείρηση θέλει καινοτομία, θέλει ποιότητα γνώσης. Άρα εδώ καταλαβαίνουμε ότι εάν θέλουμε να έχουμε βιώσιμη ανάπτυξη πρέπει να μπούμε δυναμικά και στην αξιοποίηση αυτής της διάστασης της βιώσιμης ανάπτυξης, που λέει ότι καθιστούμε καθημερινό μας εργαλείο τη τεχνολογία και τη γνώση, τις σύγχρονες μορφές οργάνωσης, την αξιοποίηση του συνόλου των τεχνολογιών δηλαδή τη καινοτομία. Έχουμε ανάγκη από την έρευνα και την ανάπτυξη για να προχωρήσουμε και να παντρέψουμε τους τεχνολογικούς χώρους καινοτομίας με τις επιχειρήσεις και για να τις κάνουμε παραγωγικότερες και ανταγωνιστικότερες.
Η βιωσιμότητα και οι τρόποι για την επίτευξη της απαιτούν, εκτός από τη δημιουργία έργων υποδομής, την ευαισθητοποίηση των πολιτών και τη διαμόρφωση στάσης κοινωνικής ευθύνης. Τόσο επιστήμονες όσο και επιστημονικοί φορείς εργαζόμενοι προς αυτή την κατεύθυνση, υιοθετούν την Πράσινη Χημεία και μάλιστα στη χώρα μας έχει συσταθεί το ελληνικό δίκτυο αυτής φιλοδοξώντας έτσι να ενισχυθεί η διάδοση των περιβαλλοντικών πληροφοριών και η διεύρυνση της δυνατότητας της ελεύθερης πρόσβασης των πολιτών στη Φιλοσοφία της Πράσινης Χημείας και να δειχθεί ότι είναι βασικός παράγοντας για την Βιώσιμη Ανάπτυξη. Οι Βασικοί λόγοι που εμφανίζεται σήμερα η Πράσινη Χημεία ενώ οι επιδράσεις των χημικών προϊόντων στο περιβάλλον και στο άνθρωπο είναι γνωστές εδώ και πολλά χρόνια οφείλεται στο ότι σήμερα οι επιστήμονες έχουν τη γνώση ώστε να σχεδιάζουν χημικές ενώσεις και χημικές παραγωγικές διεργασίες οι οποίες είναι λίγο ή καθόλου επικίνδυνες στην ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον ως αποτέλεσμα της συνεχώς αυξανόμενης ικανότητα των χημικών να διαχειρίζονται εκλεκτικά και επιτυχώς τις χημικές ενώσεις σε μοριακό επίπεδο και να δημιουργούν τις κατάλληλες μη-τοξικές ενώσεις που χρειαζόμαστε. Επίσης γνωρίζουν και διαχειρίζονται την τοξικότητα ως αποτέλεσμα της νέας γνώσης για το τι είναι επικίνδυνο και τι ακίνδυνο. Ακόμη το συνεχώς αυξανόμενο υψηλό κόστος της χρήσης και διάθεσης επικίνδυνων ουσιών από τους χρήστες τους είναι ισχυρό κίνητρο. Η Πράσινη Χημεία δημιουργεί καινοτομίες τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευθεί η Πράσινη Χημική Τεχνολογία δίνοντας έξυπνες λύσεις τις οποίες θα υιοθετήσει η βιομηχανία για την παραγωγή χημικών προϊόντων με Καθαρή Τεχνολογία που σημαίνει μείωση της ρύπανσης, αύξηση της ασφάλειας και αποδοχή από την κοινωνία. Η Πράσινη Χημεία είναι ελκυστική στην βιομηχανία για τρεις βασικούς λόγους:
•Μειώνει τα απόβλητα
•Δίνει μη-τοξικά παραπροϊόντα
•Μειώνει το κόστος
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Η Πράσινη Χημεία είναι βασικός παράγοντας της Βιώσιμης Ανάπτυξης.

Αρχές Πράσινης Χημείας
• Πρόληψη
• Οικονομία Ατόμων
• Λιγότερο επικίνδυνες χημικές συνθέσεις
• Σχεδιασμός ασφαλέστερων χημικών προϊόντων
• Ασφαλέστεροι διαλύτες και βοηθητικά μέσα
• Σχεδιασμός για ενεργειακή αποτελεσματικότητα
• Χρήση ανανεώσιμων πρώτων υλών: Οι πρώτες ύλες πρέπει να είναι ανανεώσιμες.
• Μείωση ενδιαμέσων παραγώγων
• Κατάλυση
• Σχεδιασμός αποικοδομήσιμων και/ή ανακυκλώσιμων προϊόντων
• Ανάλυση πραγματικού χρόνου για πρόληψη της ρύπανσης
• Ασφαλέστερη χημεία για την πρόληψη ατυχημάτων

Αρχές Βιώσιμης Ανάπτυξης
• Χρησιμοποιούνται ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και πρώτων υλών.

• Οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των αγαθών που χρειάζεται ο άνθρωπος δεν βλάπτουν το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία.

• Μετά τη χρήση τους τα υλικά είναι ανακυκλώσιμα εάν δεν είναι βιοαποικοδομήσιμα σε προϊόντα αβλαβή για τον άνθρωπο και το περιβάλλον.

• Βιομηχανικές διεργασίες είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε : Δεν παράγονται απόβλητα ή τα απόβλητα ανακυκλώνονται ή τα απόβλητα βιοαποικοδομούνται.




4. ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ 27 Όλοι γνωρίζουμε ότι οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον ελληνικό χώρο αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα ανταγωνιστικότητας που έχουν σχέση τόσο με το διεθνές περιβάλλον όσο και τις συνθήκες που διαμορφώνονται στον ελληνικό χώρο. Σήμερα οι απαιτήσεις για την ίδρυση και λειτουργία μία βιομηχανίας είναι ιδιαίτερα αυξημένες και επιβάλλονται συνήθως από την ανάγκη προσαρμογής στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και από την πολυπλοκότητα που επιβάλλει η δημόσια διοίκηση.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι πρακτικά χρήστες των προϊόντων (downstream users) και τα σχετικά κόστη για την ανάκαμψή τους και την εφαρμογή των ευρωπαϊκών οδηγιών θα τις επιβαρύνουν, χωρίς να είναι σίγουρο ότι θα μπορέσουν να τα μετακυλίσουν στους καταναλωτές. Τα παραπάνω μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την ανταγωνιστικότητά της, αλλά και των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν προϊόντα της, και οι επιπτώσεις θα είναι πιο έντονες για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), γεγονός που αποκτά ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι επιχειρήσεις του κλάδου είναι ΜΜΕ.

Η παραγωγική βάση της Ε.Ε., καθιερώνοντας αυστηρότερες ρυθμίσεις έναντι μη κοινοτικών προϊόντων, έχει ως αποτέλεσμα η Ευρώπη να μην είναι ελκυστική για επενδύσεις και τα προϊόντα της να εκτοπίζονται από τις αγορές.

5. ΤΙ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΝΑ ΒΕΛΤΙΩΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ 27

Η σταθερότητα του οικονομικού περιβάλλοντος, η χρήση των πόρων του ΕΣΠΑ για την προσαρμογή στις νέες ρυθμίσεις και τον εκσυγχρονισμό τους θα επηρεάσουν θετικά την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων του κλάδου. Επίσης η εφαρμογή σύγχρονων περιβαλλοντικών δράσεων είναι σημαντική και δημιουργεί νέα δεδομένα για τις επιχειρήσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη, θα ενισχύσουν το προφίλ των επιχειρήσεων, θα ενισχύσουν μακροχρονίως τη θέση τους στη διεθνή αγορά με προϊόντα ανταγωνιστικά προς αυτά των άλλων χωρών της Ε.Ε. Παράλληλα, θα αναπτυχθεί εξειδικευμένη αγορά παροχής υπηρεσιών προστασίας του περιβάλλοντος από ελληνικές επιχειρήσεις που θα μπορέσουν μετέπειτα να τις εξάγουν σε αναπτυσσόμενες αγορές του είδους.
Δεν είναι όμως και οι μόνες δράσεις που θα πρέπει να αναλάβουν οι επιχειρήσεις- (π.χ, αναφέρω την υπό κατάρτιση νομοθεσία για τα χημικά) και εν γένει το σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας που αναμένεται τα επόμενα χρόνια.
Λόγω όμως του μεγέθους, στην πλειοψηφία τους οι ΜΜΕ, θα αντιμετωπίσουν αυξημένα προβλήματα προσαρμογής και σαν τέτοια αναφέρονται οι δαπάνες για επενδύσεις σε εξοπλισμό, για έρευνα και ανάπτυξη καινοτομικών προϊόντων, και η προσαρμογή στη νομοθεσία όσον αφορά τη διακίνηση των προϊόντων.
Οι επιχειρήσεις για να επιβιώσουν θα πρέπει να ανταποκριθούν στην πρόκληση και να περιλάβουν στα επιχειρηματικά τους σχέδια αυτές τις αλλαγές και παράλληλα να εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες χρηματοδότησης του ΕΣΠΑ και των επενδυτικών νόμων. Οι αρχές πρέπει να κατανοήσουν τις δυνατότητες των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τις επερχόμενες αλλαγές και να τις διευκολύνουν με την απλοποίηση των διαδικασιών, την εξασφάλιση πόρων και την προσαρμογή του εκπαιδευτικού μας συστήματος Επισημαίνω ότι για να είναι βιώσιμη μια βιομηχανία θα πρέπει κατά στο σχεδιασμό να έχουν ληφθεί υπόψη τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα ενός τόπου που έχουν σχέση με τις πρώτες ύλες, το εργατικό κόστος, την τεχνογνωσία και την ενέργεια.

Η ανάδειξη της έννοιας της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης πρέπει να αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της πολιτικής, που ακολουθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς και των πρακτικών τις οποίες εφαρμόζουν. Στο πλαίσιο αυτής της επιλογής η ευαισθητοποίηση απέναντι στην ανάγκη για διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος συνιστά βασική υποχρέωση απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Μία σωστά σχεδιασμένη περιβαλλοντική πολιτική δεν έχει κατ' ανάγκην αρνητικές επιπτώσεις σε όρους στην ανταγωνιστικότητα και στην απασχόληση. Πολλές φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός ανάπτυξης και σας διαβεβαιώνω ότι τα παραδείγματα που τεκμηριώνουν αυτό το επιχείρημα είναι και πολλά και ποικίλα. Η βιομηχανία πρέπει να απεγκλωβιστεί από το δίλημμα: περιβάλλον ή ανταγωνιστικότητα και να επιδιώκει την αειφορική της ανάπτυξη μέσα από ένα σωστά σχεδιασμένο και σύγχρονο πλαίσιο περιβαλλοντικής πολιτικής.

Τόσο η Πολιτεία όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη το ότι η υπόθεση της διαφύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος δεν πρέπει να συνιστά μονομερή υποχρέωση της Ευρώπης απέναντι στην παγκόσμια κοινωνία ενώ και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν μπορούν να υφίστανται αυτό που σήμερα συνηθίζουμε να χαρακτηρίζουμε ως "environmental dumping" από ανταγωνιστές τρίτων χωρών που λειτουργούν απελευθερωμένοι από κάθε - έστω και στοιχειώδη - υποχρέωση συμμόρφωσης σε περιβαλλοντικές προδιαγραφές.

Adbox

@templatesyard

δοκιμη